Δελτία Τύπου | Αποφάσεις Ολομέλειας | 10/06/2021
Αποχή των δικηγόρων από διαδικασιες πλειστηριασμών ευάλωτων δανειοληπτών -Θέσεις για το εργασιακό νομοσχέδιο
Η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, η οποία συνεδρίασε στις 9.6.2021, μέσω τηλεδιάσκεψης, εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση :
- ΑΠΟΧΗ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΑΠΟ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ ΕΥΑΛΩΤΩΝ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ
Η Ολομέλεια, από την πρώτη στιγμή, εξέφρασε την έντονη διαφωνία της στις ρυθμίσεις του Νέου Πτωχευτικού Κώδικα, διότι δεν εξασφαλίζουν την λυσιτελή προστασία των ευάλωτων οφειλετών, και δη της πρώτης κατοικίας τους, στο πλαίσιο της διευθέτησης των οφειλών τους και της παροχής δεύτερης ευκαιρίας, λαμβάνοντας υπόψη και τη δυσμενή οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί. Με την εφαρμογή του Πτωχευτικού νόμου, επίκεινται στο επόμενο χρονικό διάστημα πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας καθώς μέχρι σήμερα δεν έχουν εκδοθεί οι προβλεπόμενες εφαρμοστικές του νόμου υπουργικές αποφάσεις, αλλά κυρίως, δεν έχει συσταθεί «Ο Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης» και η σχετική πλατφόρμα του εξωδικαστικού συμβιβασμού είναι σήμερα «αδειανό πουκάμισο».
Οι άνω εξελίξεις στερούν πλέον κάθε προστασία των ευάλωτων δανειοληπτών και τους αφήνουν παντελώς εκτεθειμένους στα συμφέροντα των Τραπεζών και των Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων (funds).
Η Ολομέλεια κρίνει ως απόλυτα αναγκαία την αναστολή των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας των ευάλωτων οφειλετών νομοθετικώς και τη θέσπιση δεοντολογικού κανονισμού λειτουργίας των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων δια νόμου.
Υπό τις συνθήκες αυτές, και λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που δημιουργούνται, η Ολομέλεια καλεί τα Διοικητικά Συμβούλια των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας να αποφασίσουν την αποχή των δικηγόρων-μελών τους από διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης για επίσπευση πλειστηριασμών, με εντολείς Τράπεζες ή εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων κατά της πρώτης κατοικίας των ευάλωτων νοικοκυριών, όπως ορίζονται με το ν. 4738/2021, σύμφωνα με το ειδικότερο πλαίσιο που θα καθορίσει η Συντονιστική Επιτροπή.
- ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ
Η Ολομέλεια θεωρεί επιβεβλημένη την άμεση επαναλειτουργία των ποινικών δικαστηρίων με την εκδίκαση όλων των υποθέσεων, αδιακρίτως χρόνου παραγραφής των πράξεων, με υποχρεωτικό χρονικό επιμερισμό των υποθέσεων από την Εισαγγελία της έδρας και δυνατότητα του Προέδρου του Δικαστηρίου να εκδικάζει ή διακόπτει τη συζήτηση της υπόθεσης, συνεκτιμημένων των επικρατουσών υγειονομικών συνθηκών.
Δεν υφίσταται κανένας δικαιολογητικός λόγος για την περαιτέρω συνέχιση της αναστολής λειτουργίας των ποινικών δικαστηρίων, με δεδομένο ότι, πλέον το σύνολο των οικονομικών και επαγγελματικών δραστηριοτήτων επαναλειτουργεί.
Η Ολομέλεια επισημαίνει ότι, η μακρόχρονη αναστολή λειτουργίας των Ποινικών Δικαστηρίων έχει οδηγήσει ήδη στη συσσώρευση υπερβολικού αριθμού εκκρεμών υποθέσεων, παραβιάζει το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της δικαστικής προστασίας του πολίτη και εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για περαιτέρω εμβαλωματικές (αποσπασματικές) και μη ανεκτές από ένα Κράτος Δικαίου νομοθετικές ρυθμίσεις που γίνονται εκάστοτε υπό το πρόσχημα της εύρυθμης λειτουργίας της Δικαιοσύνης.
- ΕΡΓΑΣΙΑΚΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ
Η Ολομέλεια εκφράζει την έντονη διαφωνία της σχετικά με την κατεύθυνση των κεντρικών διατάξεων του σχεδίου νόμου για τα εργασιακά, ιδίως όσον αφορά στις απολύσεις, στην ενίσχυση της ατομικής διαπραγμάτευσης για την ελαστικοποίηση της εργασίας, στην κατάργηση του σταθερού 8ώρου και στην επέκταση σε σειρά κλάδων της επιτρεπόμενης κυριακάτικης εργασίας, στη συρρίκνωση και υπονόμευση των συλλογικών εργασιακών δικαιωμάτων (συλλογικής διαπραγμάτευσης και δικαιώματος απεργίας) και της προστασίας της συνδικαλιστικής δράσης, στη μείωση του κόστους της πρόσθετης εργασίας και στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας με ατομική συμφωνία εργοδότη – εργαζομένου.
Στη σωστή κατεύθυνση κινούνται διατάξεις, όπως η κατάργηση της διάκρισης εργάτη – υπαλλήλου, η οιονεί αντιστροφή του βάρους απόδειξης λόγου ακυρότητας της απόλυσης σε ορισμένες περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις, ο έλεγχος της υπερωριακής απασχόλησης, το «δικαίωμα αποσύνδεσης» στην τηλεργασία, η πρόνοια για τα ζητήματα βίας και παρενόχλησης στην εργασία και η συμφιλίωση οικογενειακής ζωής και εργασίας (άδεια πατρότητας, άδεια φροντιστών, επέκταση της άδειας μητρότητας, ψηφιακή κάρτα κλπ).
Οι άνω ρυθμίσεις όμως, δεν αναιρούν τον ετεροβαρή εις βάρος του εργαζομένου χαρακτήρα του σχεδίου νόμου, ούτε το γεγονός ότι στον πυρήνα του σχεδίου νόμου ευρίσκεται η απορρύθμιση των ατομικών και συλλογικών εργασιακών σχέσεων, και μάλιστα ενόψει του ότι η όποια δικαστικά προβλεπόμενη προστασία πρόκειται να παρασχεθεί εντός της δραματικής από άποψη βραδύτητος απονομής της Δικαιοσύνης στις εργατικές διαφορές στα Δικαστήρια της χώρας, αλλά και της περιορισμένης παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας.
Μεταξύ άλλων :
Καταργείται το ισχύον καθεστώς προστασίας έναντι της άκυρης απόλυσης και δημιουργείται το πλαίσιο για την ενθάρρυνση των απολύσεων με ταυτόχρονη άμβλυνση των συνεπειών της υπερημερίας του εργοδότη αφού το θεμελιώδες δικαίωμα της επαναπασχόλησης του εργαζομένου λόγω της υπερημερίας του εργοδότη από άκυρη απόλυση απομειώνεται και αντικαθίσταται από το δικαίωμα του σε πρόσθετη δικαστικώς επιδιώξιμη αποζημίωση χωρίς καμία αποδεικτική διευκόλυνση και χωρίς δικαίωμα σώρευσης στο αγωγικό δικόγραφο
. Ενθαρρύνεται ο εργοδότης να μην καταβάλει το σύνολο της αποζημίωσης απόλυσης και μειώνεται αυτή. Δύναται ο εργοδότης να ισχυροποιήσει την απόλυση εντός 4 μηνών σε περίπτωση βασικών ελλείψεων (έγγραφο – αποζημίωση).
Ελαστικοποιείται ο χρόνος εργασίας μέσω της διευθέτησης του ωραρίου την οποία νομιμοποιεί με τη σύμφωνη γνώμη του ο αδύναμος διαπραγματευτικά εργαζόμενος. Υπονομεύεται η συλλογική διαπραγμάτευση.
Δυσχεραίνεται η ενάσκηση του δικαιώματος απεργίας και μειώνεται η προστασία των προστατευόμενων συνδικαλιστικών στελεχών.
Οι διατάξεις του σχεδίου νόμου ενισχύουν αντί να αμβλύνουν την διαπραγματευτική ανισότητα των μερών εις βάρος του εργαζομένου και αναγορεύουν σε κανόνα την ατομική διαπραγμάτευση, σε ένα περιβάλλον βραδείας απονομής της Δικαιοσύνης, επαυξάνοντας τις δεδομένες δικονομικές δυσκολίες του ασθενέστερου μέρους, δηλαδή του εργαζομένου. Υπό το πρίσμα αυτό, καλεί την κυβέρνηση να αποσύρει το νομοσχέδιο.
Παρατίθεται συνημμένα αναλυτικότερο κείμενο με τις θέσεις της Ολομέλειας επί του Σχεδίου Νόμου.
Συνημμένα
theseis_olomeleias_epi_toy_ergasiakoy_nomoshedioy.docx
ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΠΡΟΕΔΡΩΝ ΤΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΕΠΙ ΤΟΥ Ν/ΣΧ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, μετά από μελέτη του επικείμενου να ψηφισθεί νομοσχεδίου του Υπουργείου Εργασίας, επισημαίνει τα εξής σημεία, τα οποία δημιουργούν έντονο προβληματισμό, δεδομένου ότι η εφαρμογή τους τόσο αυτοτελώς όσο και συνδυαστικά, οδηγεί στην πλήρη εμπορευματοποίηση της εργασίας, αντί για την διατήρηση της κοινωνικής συνοχής :
1.- Η κατάργηση του ΣΕΠΕ και η αντικατάστασή του από ανεξάρτητη αρχή, καίτοι φαινομενικά μοιάζει με αναβάθμιση, δημιουργεί έντονα ερωτήματα αναφορικά προς την συμμόρφωση του νέου θεσμού με τις Διεθνείς Συμβάσεις (ιδία την Δ.Σ.Ε. 81 κυρωθείσα με το ν.3249/55), αναφορικά προς την αποσύνδεση του Υπουργείου Εργασίας από τον έλεγχο εφαρμογής της εργασιακής-ασφαλιστικής νομοθεσίας, αναφορικά προς την επικάλυψη αρμοδιοτήτων με τον Συνήγορο του Πολίτη και με την Εθνική Αρχή Διαφάνειας. Θεωρούμε ότι η μεγαλύτερη και καλύτερη στελέχωση του ΣΕΠΕ (το οποίο απολαμβάνει της εμπιστοσύνης των εργαζομένων) θα οδηγούσε στην αύξηση της αποτελεσματικότητάς του, η οποία τώρα αμφισβητείται.
2.- Έως τώρα, αν μία καταγγελία κρινόταν ως άκυρη, ο εργαζόμενος είχε το δικαίωμα επιστροφής στην εργασία του και λήψης μισθών υπερημερίας. Πλέον ο εργοδότης, ακόμα και αν παράνομα απέλυσε τον εργαζόμενο της επιχείρησης, δεν θα έχει την υποχρέωση επαναπρόσληψης, αλλά θα μπορεί να δώσει ορισμένους μισθούς, ως αστική ποινή, και μόνο στην περίπτωση που το επιτρέπει η οικονομική κατάσταση της επιχείρησης. Ωστόσο παρέχεται η δυνατότητα στον εργαζόμενο να ζητήσει, επιλεκτικά, μισθούς υπερημερίας τεσσάρων (4) μηνών, άλλως να ζητήσει την επαναπρόσληψή του, μέσω της δικαστικής διαδικασίας, στην οποία εφαρμόζεται οιονεί αντιστροφή του βάρους της απόδειξης. Επιπλέον, ο εργοδότης θα έχει στη διάθεσή του προθεσμία τεσσάρων μηνών προκειμένου να τηρήσει σωστά τις διατυπώσεις ώστε να μην κηρυχθεί άκυρη η απόλυση του εργαζόμενου. Η όντως υπαρκτή καθυστέρηση στην έκδοση δικαστικής απόφασης και η εξ αυτής επιβάρυνση του εργοδότη που άκυρα απέλυσε, δεν είναι επαρκής λόγος κατάργησης του δικαιώματος επαναπρόσληψης.
3.- Σύμφωνα με έρευνες της ΓΣΕΕ το 52% των εργαζομένων εργάζεται παραπάνω από το κανονικό και το 40% δεν αμείβεται για τις υπερωρίες του. Οι διατάξεις που ίσχυαν μέχρι σήμερα απέκλειαν την ατομική διαπραγμάτευση για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας και την επέτρεπαν μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις με συγκεκριμένη χρονική διάρκεια και πάντα στο πλαίσιο συλλογικών συμβάσεων και ρυθμίσεων κλαδικού ή επιχειρησιακού χαρακτήρα.
Με το νομοσχέδιο προβλέπεται ότι για έξι συνεχόμενους μήνες οι εργαζόμενοι θα υποχρεώνονται σε δεκάωρη εργασία και θα αμείβονται για οκτώ ώρες, ενώ οι επιχειρήσεις και οι εργοδότες, το ίδιο διάστημα της δεκάωρης εργασίας και το επόμενο με μειωμένο ωράριο, που θα χορηγούνται άδειες ή ρεπό, θα έχουν τη δυνατότητα επιβολής επιπλέον υπερωριών, αφού με το νομοσχέδιο αυξάνονται στο υπερδιπλάσιο οι υπερωρίες που θα μπορεί να επιβάλει σε ετήσια βάση ο εργοδότης. Επομένως οι εργαζόμενοι θα εργάζονται περισσότερες ώρες εργασίας και θα έχουν μικρότερες απολαβές, καθώς το ελαστικό ωράριο σε συνδυασμό με την αύξηση του πλαφόν υπερωρίας θα μειώσει το κόστος εργασίας για τις επιχειρήσεις σε βάρος των εργαζομένων. Όλα δε αυτά με ατομικές συμβάσεις, που φυσικά δεν μπορούν να λειτουργήσουν, αφού ένας εργοδότης και ένας εργαζομένους δεν ξεκινούν από την ίδια αφετηρία, ούτε οι συμφωνίες τους μπορεί να αποτελούν προϊόν ελεύθερης και επί ίσοις όροις διαπραγμάτευση.
Το ετήσιο πλαφόν των υπερωριών διπλασιάζεται και θα φτάνει τις 150 ώρες, όταν σήμερα το ανώτατο όριο είναι 96 ώρες για τους εργαζόμενους στις βιομηχανίες και 120 ώρες για τους εργαζόμενους στους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας. Επιπλέον, στις επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται το συμβατικό ωράριο εργασίας έως 40 ώρες την εβδομάδα, ο εργαζόμενος μπορεί να απασχολείται πέντε επιπλέον ώρες την εβδομάδα κατά την κρίση του εργοδότη.
Θεσπίζεται η δυνατότητα του εργοδότη να χορηγεί στον εργαζόμενο άδεια άνευ αποδοχών όταν δεν τον χρειάζεται, δηλαδή θα τον απολύει και θα τον ξαναπροσλαμβάνει, όταν τον έχει ανάγκη.
Όλες οι ρυθμίσεις αυτές οδηγούν στον μεγαλύτερο βαθμό έντασης της εργασίας των ήδη απασχολουμένων με χαμηλότερες αποδοχές.
4.- Προστίθενται πολλοί νέοι τομείς στην επιτρεπόμενη εργασία της Κυριακής (τροφοδοσία, οι εφοδιαστικές αλυσίδες, τα φάρμακα, τα κέντρα δεδομένων, οι εξωσχολικές δράσεις, η μηχανογράφηση, οι εξετάσεις έκδοσης διπλωμάτων, όπως και οι βιομηχανικές μονάδες), με αποτέλεσμα τη διατάραξη της οικογενειακής και της κοινωνικής συνοχής, ενώ και η πλήρης κατάργηση βρίσκεται επί θύραις.
5.- Με σειρά διατάξεων περιορίζεται δραστικά η δυνατότητα των συνδικάτων να υπογράφουν συλλογικές συμβάσεις εργασίας, αλλά και να προκηρύσσουν απεργιακές κινητοποιήσεις διεκδικώντας καλύτερες αμοιβές σε εθνικό ή κλαδικό επίπεδο. Το συνταγματικό δικαίωμα της απεργίας πρέπει να απολαμβάνει σεβασμού και προστασίας όχι μόνο ως προς την υπόστασή του, αλλά και ως προς την αποτελεσματικότητα της άσκησής του. Εν προκειμένω όμως ο στόχος του νομοθέτη δεν είναι να προστατεύσει αυτό, αλλά τη λειτουργία της επιχείρησης. Γι’ αυτό προβλέπεται το υψηλότατο ποσοστό του 33% των εργαζομένων ως προσωπικό ασφαλείας, γεγονός που καθιστά ανενεργή οποιαδήποτε προσπάθεια απεργιακής κινητοποίησης.
6.- Η κήρυξη νόμιμης απεργίας, καθίσταται πλέον σχεδόν αδύνατη με την πληθώρα των όρων και των προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούνται, ενώ καθίσταται παντί τρόπω υπόλογη η συνδικαλιστική οργάνωση που κηρύσσει απεργία ακόμη και για ψυχολογική βία εις βάρος όσων δεν συμμετέχουν, από τρίτους, μη ανήκοντες δηλαδή στην συνδικαλιστική οργάνωση αυτή !! Ουσιαστικά, το συνταγματικό δικαίωμα της απεργίας υποχωρεί μπροστά στην λειτουργία της επιχείρησης.
- Ο εργαζόμενος θα «χτυπά» την κάρτα του, όταν ξεκινά και όταν τελειώνει την εργασία του. Η κάρτα θα συνδέεται απευθείας με online σύστημα του ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ και, με τον τρόπο αυτόν, θα καταγράφεται αμέσως και σε πραγματικό χρόνο η απασχόληση του εργαζομένου.
Στην πράξη, ο εργαζόμενος θα «χτυπά» την κάρτα του όταν ξεκινά και όταν τελειώνει την εργασία του, καθ’ υπόδειξη, επειδή οι ελεγκτικοί μηχανισμοί αποδυναμώνονται συνεχώς.
Πέρα τούτων όμως, υφίστανται και ορθές ρυθμίσεις του νομοσχεδίου, όπως η εξίσωση των αποζημιώσεων απόλυσης των εργατοτεχνιτών με εκείνες των υπαλλήλων, η ενσωμάτωση Ευρωπαϊκής Οδηγίας με αυξημένη άδεια πατρότητας σε 14 εργάσιμες, η δίμηνη επιδοτούμενη από τον ΟΑΕΔ γονική άδεια στον πατέρα και όχι μόνο στη μητέρα, η προστασία και του νέου πατέρα από την απόλυση για 6 μήνες από τη γέννηση του τέκνου, η θέσπιση αυστηρών μέτρων για τη βία και τη σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία, χάνουν σημαντικά από την αξία τους.
Η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, διαφωνεί με τον προσανατολισμό των πιο πάνω διατάξεων και ζητεί την απόσυρση τους, να ακολουθήσει δε διάλογος με όλους τους κοινωνικούς φορείς λόγω της μείζονος σημασίας του νομοσχεδίου.
Κλείνοντας, δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστο το γεγονός ότι (ανεξαρτήτως των καταστάσεων της πανδημίας) η απονομή της δικαιοσύνης στον τομέα των εργατικών διαφορών εξακολουθεί και είναι σημαντικά βραδεία, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και την κοινωνική και οικονομική ευαισθησία των συγκεκριμένων ζητημάτων.
Τέλος, πρέπει να επισημανθεί και να τύχει της δέουσας προσοχής, ότι και η δικαστηριακή αντιμετώπιση των αιτημάτων προσωρινής και γρήγορης δικαστικής προστασίας είναι πολύ ισχνή για τους εργαζόμενους, καθιστώντας ακόμα πιο ανασφαλή την καθημερινή παροχή εργασίας, και τη γενικότερη θέση τους.