ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΔΙΚΗΓΟΡΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΣΑΡΡΗ

Η Ελληνική Δικαιοσύνη δεν καθυστερεί, αλλά υστερεί από πλευράς υποδομών

Διάβασα προ ημερών σε αθηναϊκή εφημερίδα τις θέσεις και προτάσεις του Εισαγγελέα Εφετών Δωδ/σου κ. Γ. Κτιστάκη για την αναγκαιότητα επιτάχυνσης του ρυθμού απονομής της Δικαιοσύνης, προτείνοντας παράλληλα και διάφορα μέτρα μεταξύ των οποίων η μη αναβολή εκδίκασης των υποθέσεων, που περιλαμβάνονται στο έκθεμα ούτως ώστε να εκδικάζονται όλες οι υποθέσεις της κάθε δικασίμου, έστω και αν απαιτηθεί προς τούτο να συνεδριάζει το Δικαστήριο για τρεις ή τέσσερις ημέρες, οι δικηγόροι να μην επικαλούνται την απόφαση της Ολομέλειας τους για την μη συνέχιση των δικών πέραν της δεύτερης ημέρας , την επιβολή  μεγάλων τελών ούτως ώστε να καθίσταται εκ των πραγμάτων ανέφικτη η άσκηση έφεσης, ο διορισμός δικαστών και γραμματέων, την προώθηση της ποινικής διαμεσολάβησης και άλλες ενδιαφέρουσες προτάσεις.

Δεν τίθεται βέβαια θέμα ότι ο ρυθμός απονομής της Δικαιοσύνης είναι πράγματι βραδύς, όμως πριν από την εφαρμογή των παραπάνω προτεινόμενων μέτρων, πιστεύω ότι προηγούνται πολλά άλλα αναγκαία μέτρα, τα οποία και θα ληφθούν αφού απαντηθούν τα παρακάτω ερωτήματα:

α) Διερωτήθηκε ποτέ κανείς αν πρώτα υπάρχει η κατάλληλη κτιριακή υποδομή ούτως ώστε να μπορούν να συνεδριάζουν ταυτόχρονα περισσότερα δικαστήρια; Δεν αναφέρομαι μόνο στην τραγική κατάσταση του Δικαστικού Μεγάρου Ρόδου, αλλά απ’ότι γνωρίζω ούτε στο πρόσφατα αποπερατωθέν κτίριο του Εφετείου Αθηνών υπάρχει επάρκεια αιθουσών  για την διεξαγωγή δικών που διακόπτονται.

β) Υπάρχει επάρκεια δικαστών και ιδία Εφετών για να συνεδριάζουν ταυτόχρονα περισσότερες συνθέσεις , αφού για να γίνει μία άλλη σύνθεση θα πρέπει να μετέχουν και άλλοι δικαστές της προηγούμενης σύνθεσης;

γ) Διερωτήθηκε ποτέ κανείς γιατί δεν τηρούνται μαγνητοφωνημένα πρακτικά και στα Ποινικά Δικαστήρια ούτως ώστε να διευκολύνεται η ταχύτερη αλλά και η πιστότερη τήρηση των πρακτικών της ποινικής υπόθεσης;

δ) Γιατί συζητάμε όμως και απομονώνουμε το στάδιο εκδίκασης πλέον της ποινικής υπόθεσης και δεν αναφερόμαστε και στο στάδιο της προανάκρισης ή και της ανάκρισης μέχρι να φτάσει πλέον η υπόθεση να εισαχθεί στο ακροατήριο;

ε) Ο περιορισμός  ασκήσεως εφέσεως κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών  μόνο σε νομικούς λόγους, συνετέλεσε έστω και καθοιονδήποτε τρόπο στην επιτάχυνση απονομής της Δικαιοσύνης;

στ) Για όλες τις παραπεμπόμενες προς εκδίκαση στο ακροατήριο υποθέσεις τόσο επί πλημμελημάτων ή και επί κακουργημάτων υπάρχουν οι απαιτούμενες κατά νόμο αποχρώσες ή επαρκείς ενδείξεις, ή εισάγονται με σχετική ευκολία και από κει και πέρα ας αποφασίσει το Δικαστήριο;

ζ) Διερευνήθηκε ποτέ για πόσες από τις παραπεμπόμενες στο ακροατήριο υποθέσεις εκδίδονται αθωωτικές αποφάσεις, διότι κατ’ουσίαν δεν στοιχειοθετείτο η νομοτυπική πλήρωση των όρων του αποδοθέντος αδικήματος;

η) Διερωτήθηκε ποτέ κανείς αν στα εκδιδόμενα βουλεύματα υπάρχει ταύτιση της Εισαγγελικής Πρότασης με την κρίση του Συμβουλίου ναι και αν όχι σε τι ποσοστό διαφέρουν, διότι απ’ότι εγώ υπολογίζω η απόκλιση δεν θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη του 2% και ποια είναι η τύχη των παραπεμπομένων στο ακροατήριο υποθέσεων ;

θ) Προβληματίστηκε ποτέ κανείς ποιος είναι πλέον ο κύριος όγκος των υποθέσεων τόσο στα ποινικά δικαστήρια επί πλημμελημάτων όσο και στο εν τω μεταξύ ανακύψαν Μονομελές Εφετείο ή και στο Τριμελές Εφετείο επί Κακουργημάτων;

Επειδή δε οι μη γνωρίζοντες μπορεί να ναι περισσότεροι από αυτούς που γνωρίζουν, είμαι υποχρεωμένος να αναφέρω ότι σε κάθε δικαστήριο κατά συντριπτική πλειοψηφία φιγουράρουν οι οικονομικού περιεχομένου υποθέσεις δηλαδή η μη καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών τόσο του εργοδότη όσο και του εργαζομένου, αλλά κυρίως των οφειλών προς το Δημόσιο με την εξής μάλιστα περαιτέρω διευκρίνιση όταν η οφειλή προς το Δημόσιο υπερβαίνει το ποσό των 150.000€ να απειλείται φυλάκιση τουλάχιστον 3 ετών, για δε την φοροδιαφυγή σε ετήσια βάση ποσού άνω των 75.000€ με κάθειρξη.

Ο αντίλογος ότι για την μεγάλη οικονομική κρίση που πέρασε και περνά η χώρα μας, φταίνε οι οφειλέτες στο Δημόσιο, δεν πιστεύω  ότι παρέχει επαρκή αιτιολόγηση για την θέσπιση παρόμοιου περιεχομένου ποινικών διατάξεων, όταν μάλιστα δογματικά τουλάχιστον  αμφισβητείται η νομική θεμελίωση παρόμοιων διατάξεων (πρβλ Δημήτραινας Φαινόμενα νομικού υπερρεαλισμού Ποινικά Χρονικά ΞΔ σελ.161).

Ούτε πιστεύω ότι αυτός που δεν έχει πράγματι την οικονομική δυνατότητα καταβολής των χρεών του , θα βρεί τα απαιτούμενα χρήματα είτε να τα καταβάλει εξ ολοκλήρου είτε να ρυθμίσει με δόσεις την καταβολή του. Το πολύ πολύ  να καταβάλει μία δόση να πάρει καμιά αναβολή από το Δικαστήριο και στην συνέχεια   μετά από καιρό να μπει σε νέα ρύθμιση και ούτω καθεξής. Όταν μάλιστα το Δημόσιο έχει φροντίσει προηγούμενα να κατάσχει κάθε περιουσιακό του στοιχείο.

Θέλω δε να αναφέρω μία χαρακτηριστική υπόθεση εκδικασθείσα από το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων όπου ο κατηγορούμενος αθωώθηκε της κατηγορίας με αθωωτική πρόταση του Εισαγγελέα Εφετών και με σύμφωνη γνώμη του Δικαστηρίου και στην οποία απόφαση άσκησε έφεση ο Αντεισαγγελέας Εφετών για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων!

Προτείνεται δε μεταξύ άλλων με το δημοσίευμα του Εισαγγελέα Εφετών ότι αν ο κατηγορούμενος  δεν αποδέχεται την ενοχή του και δεν έχει ικανοποιήσει τον παθόντα, η απόφαση να είναι ιδιαίτερα σκληρή .

Όμως αν πράγματι ο κατηγορούμενος έχει ικανοποιήσει τον παθόντα  η ποινική του μεταχείριση δεν θα πρέπει να είναι η επιβολή μειωμένης ποινής, αφού ούτως ή άλλως και αν ακόμα καταδικαστεί ο κατηγορούμενος αν και είχε σύμμαχό του τον παθόντα, πάλιν το Δικαστήριο είναι υποχρεωμένο να του καταλογίσει μειωμένη ποινή σύμφωνα με το 84 παρ.2 δ του ΠΚ, αφού ήρε τις συνέπειες της πράξεως του .Επομένως κάτι περισσότερο χρειάζεται από τον καταλογισμό μειωμένης ποινής .

Σαν τελευταίο ερώτημα θα ‘θετα αν διερευνήθηκε μετά την υποβολήν της έγκλησης ή της μήνυσης, όπου εκεί πλέον δεν εμπλέκονται οι δικηγόροι με τις υποτιθέμενες αναβολές και παρελκύσεις, πότε η υπόθεση φτάνει προς εκδίκαση στο ακροατήριο. Νομίζω ότι είναι κοινός τόπος ότι το κλητήριο θέσπισμα επιδίδεται προ της παρόδου πενταετίας και κατά μέσο όρο στον τέταρτο χρόνο από την υποβολή της έγκλησης ή της μήνυσης.

Στο κράτος δικαίου το ζητούμενο δεν είναι μόνο η ταχεία αλλά και η ουσιαστική απονομή της δικαιοσύνης, η Δίκαιη Δίκη και ας περάσει και μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Για τον καθένα κατηγορούμενο η εκδίκαση της υπόθεσης του και η αναζήτηση της αλήθειας, αποτελεί και πρέπει να αποτελεί μία τελετουργία χωρίς να ‘χουν θέση τα συνήθως από καθέδρας επαναλαμβανόμενα  «άντε να συντομεύουμε έχουμε πολλές υποθέσεις να εκδικάσουμε » διότι σ’αυτό δεν φταίει ο κατηγορούμενος.

Κανένας φυσικά δεν έχει αντίρρηση και για την ταχείαν απονομή της δικαιοσύνης, αλλά η ταχύτητα δεν θα πρέπει σε καμμιά περίπτωση να αποβεί σε βάρος της ποιότητας, σε βάρος της πεμπτουσίας της Δικαιοσύνης που είναι η Δίκαιη Δίκη.

Η πολιτεία οφείλει να αποφορτίσει την Δικαιοσύνη από πολλές υποθέσεις που δεν έχουν απαξίαν, δεν έχουν ανάγκη ποινικού κολασμού, αλλά είναι μόνο διοικητικού ή οικονομικού περιεχομένου. Αν π.χ. προέβη κάποιος σε αυθαίρετη δόμηση, ή είχε εκδώσει εικονικό τιμολόγιο είναι αρμοδιότητα για το πρώτο, της Πολεοδομίας και για το δεύτερο της Δ.Ο.Υ, όπως και για πολλά αδικήματα, οι αρμόδιες υπηρεσίες θα επιβάλουν τα προβλεπόμενα διοικητικά πρόστιμα.

Αυτές τις παραμέτρους κατά την ταπεινή μου άποψη θα ‘πρέπει να διερευνήσει προεχόντως η Πολιτεία, διότι για να διορίσει Δικαστές ή Γραμματείς μου φαίνεται το γε νυν έχον, πράγμα αδύνατο.

Και μέχρι τότε ας μην υποχρεώσουμε τους παράγοντες μιας δίκης να συνεδριάζουν νύχτα και μέρα προκειμένου να τελειώσουν τις υποθέσεις του εκθέματος, η ποσότητα ας μην αποβεί σε βάρος την ποιότητας και η Δικαιοσύνη όπως έχω πει και άλλη φορά δεν είναι «διανυκτερεύον φαρμακείο».

Κων/νος Σαρής

Δικηγόρος