Τροποποιήσεις στο Νέο Κώδικα Δικηγόρων
Με το άρθρο 7 του Ν. 4205/2013 – Ηλεκτρονική επιτήρηση υποδίκων, καταδίκων και κρατουμένων σε άδεια και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ Α’ 242/6-11-2013) ο νέος Κώδικας Δικηγόρων τροποποιείται ως εξής:
Άρθρο 7
1. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 10 του ν. 4194/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του δικηγορικού συλλόγου μπορεί να επιτραπεί στον ενδιαφερόμενο να προσκομίσει αντί του πτυχίου βεβαίωση ότι ολοκλήρωσε επιτυχώς τις σπουδές του.»
2. Η περίπτωση β’ της παραγράφου 4 του άρθρου 13 αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Ο αριθμός των ασκουμένων, η επιλογή τους, ο χρόνος, ο τόπος, η αμοιβή, καθώς και οι λοιπές συνθήκες άσκησης των υπό στοιχείο α’ ασκουμένων δικηγόρων της προηγούμενης παραγράφου καθορίζονται, αντίστοιχα από το Διοικητικό Συμβούλιο του οικείου δικηγορικού συλλόγου ή με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών.»
3. α. Η περίπτωση β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του ν. 4194/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Είναι κάτοχοι πτυχίου Νομικής Σχολής αναγνωρισμένου ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος των ανωτέρω κρατών και το πτυχίο τους έχει αναγνωριστεί από τον ΔΟΑΤΑΠ ως ισότιμο και αντίστοιχο με το απονεμόμενο από τις Νομικές Σχολές των ημεδαπών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων Νομικής Σχολής».
β. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν. 4194/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«Πτυχιούχοι Νομικών Σχολών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων κρατών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, των οποίων το πτυχίο έχει αναγνωριστεί από τον ΔΟΑΤΑΠ ως ισότιμο και αντίστοιχο με το απονεμόμενο από τις Νομικές Σχολές των ημεδαπών ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, συμμετέχουν σε δοκιμασία επάρκειας, που πιστοποιεί ότι οι γνώσεις και τα προσόντα τους αντιστοιχούν στις γνώσεις και τα προσόντα που απαιτούνται από τον Κώδικα για την απόκτηση της ιδιότητας του ασκούμενου δικηγόρου.»
4. α) Ο τίτλος του άρθρου 25 του ν. 4194/2013 αντικαθίσταται ως εξής «Μετάθεση – Παραίτηση Δικηγόρου».
β) Η παράγραφος 1 του άρθρου 25 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο δικηγόρος δύναται, με αίτησή του προς το σύλλογο όπου είναι εγγεγραμμένος, να ζητήσει τη μετάθεσή του σε άλλον. Η απόφαση του διοικητικού συμβουλίου κοινοποιείται στο σύλλογο στον οποίο ζητά να μετατεθεί ο αιτών καθώς και στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ο οποίος εκδίδει διαπιστωτική απόφαση που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η μετάθεση θεωρείται ότι έχει συντελεσθεί από το χρόνο της δημοσίευσης της απόφασης του Υπουργού Δικαιοσύνης.»
γ) Στο άρθρο 25 προστίθενται παράγραφοι 4, 5 και 6 ως εξής:
«4. Ο δικηγόρος δικαιούται να παραιτηθεί από το λειτούργημά του. Η αίτηση παραίτησης υποβάλλεται στο διοικητικό συμβούλιο του οικείου δικηγορικού συλλόγου, το οποίο διαγράφει υποχρεωτικά από το μητρώο τον παραιτούμενο δικηγόρο αυθημερόν, προκαλώντας ταυτόχρονα και τη σχετική απόφαση αποδοχής της παραίτησης από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
5. Σε δικηγόρους που αποχωρούν από το λειτούργημα δύναται, με απόφαση του οικείου συλλόγου, να απονέμεται τιμής ένεκεν ο τίτλος του επίτιμου δικηγόρου. Η απονομή του τίτλου μνημονεύεται στην υπουργική απόφαση αποδοχής της παραίτησης.
6. Σε περίπτωση διαγραφής δικηγόρου από το μητρώο λόγω θανάτου, δεν προκαλείται έκδοση υπουργικής απόφασης.»
5. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 27 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι εξερχόμενοι από την υπηρεσία δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί, εκτός από εκείνους που απολύονται εξαιτίας πειθαρχικού παραπτώματος ή λόγω πνευματικής ανικανότητας, μπορούν να διορίζονται δικηγόροι, εντός ευλόγου χρόνου από την αποχώρησή τους από την υπηρεσία, εφόσον δεν συντρέχει κώλυμα από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 6 του παρόντος Κώδικα. Σε περίπτωση ανάληψης, εντός του χρόνου αυτού, δημοσίων καθηκόντων τα οποία συνεπάγονται την αναστολή άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος, ο εύλογος χρόνος τρέχει από το χρόνο λήξης της άσκησής τους. Οι ανωτέρω δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί διορίζονται ως δικηγόροι παρά πρωτοδίκαις, παρ’ εφέταις ή παρ’ Αρείω Πάγω, με βάση τα έτη που υπηρέτησαν, σε οποιαδήποτε βαθμίδα, και ανάλογα με τα προσόντα που απαιτούνται για την προαγωγή του δικηγόρου».
6. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 28 το τελευταίο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:
«Δικηγόρος που είναι διορισμένος σε κατώτερο Δικαστήριο δύναται να συντάσσει, υπογράφει και καταθέτει ένδικα βοηθήματα και ένδικα μέσα που απευθύνονται ενώπιον ανωτέρων Δικαστηρίων».
7. Η περίπτωση (α) του άρθρου 41 αντικαθίσταται ως εξής: «α) Τον ελληνικό Κώδικα Δεοντολογίας Δικηγορικού Λειτουργήματος, όπως αυτός καταρτίζεται και εγκρίνεται από την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της Ελλάδος. Μέχρι την κατάρτιση και έγκρισή του, ισχύει σε όλη την Επικράτεια ο Κώδικας Δεοντολογίας Δικηγορικού Λειτουργήματος, όπως εγκρίθηκε με την από 4.1.1980 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και δημοσιεύτηκε στον Κώδικα Νομικού Βήματος στον τόμο του 1986.»
8. α) Η παράγραφος 1 του άρθρου 61 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο δικηγόρος για την άσκηση κάθε είδους ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων και για την παράστασή του ενώπιον των δικαστηρίων και των δικαστικών συμβουλίων, ενώπιον δικαστών με την ιδιότητά τους ως ανακριτών ή εισηγητών ή εντεταλμένων δικαστών και γενικά για την παροχή υπηρεσιών, που σχετίζονται με την έναρξη και τη διεξαγωγή της δίκης, το στάδιο της απόπειρας συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς ή της εξωδικαστικής διαμεσολάβησης ή δικαστικής μεσολάβησης ή της διαδικασίας εκούσιας δικαιοδοσίας, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι διαδικασίες παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας ή έκδοσης δικαστικής διαταγής, υποχρεούται να προκαταβάλει στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο εισφορές, αποκλειστικά και μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο Παράρτημα III, οι οποίες προορίζονται για: αα) την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών των υπηρεσιών του Συλλόγου, ββ) την απόδοση ως πόρου, στον τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Δικηγόρων (ΤΕΑΔ) του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (ΕΤΑΑ), γγ) την απόδοση ως πόρου στον αντίστοιχο για κάθε Δικηγορικό Σύλλογο Τομέα Προνοίας – Υγείας του ΕΤΑΑ ή Ταμείο Αλληλοβοήθειας ή Λογαριασμούς Ενίσχυσης και Αλληλοβοήθειας Δικηγόρων (ΛΕΑΔ) και δδ) την απόδοση ως πόρου στον Ειδικό Διανεμητικό Λογαριασμό νέων δικηγόρων του άρθρου 33 του ν. 2915/2001 (Α΄ 109), όπου ισχύει.»
β) Η παράγραφος 3 του άρθρου 61 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Από την υποχρέωση της προκαταβολής, που ορίζεται και υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, απαλλάσσονται οι δικηγόροι όταν παρέχουν υπηρεσίες στους εαυτούς τους, καθώς και όταν εκπροσωπούν: α) διαδίκους που αναγνωρίζονται ότι δικαιούνται του ευεργετήματος πενίας, σύμφωνα με τα άρθρα 194 έως 204 του Κ.Πολ.Δ., ή δικαιούχους νομικής βοήθειας σύμφωνα με το ν. 3226/2004 (Α’ 24), β) διαδίκους που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου 82 παράγραφος 2 και της περίπτωσης θ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 95 του Κώδικα, γ) το Δημόσιο, δ) τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης και τα λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, με σύμβαση πάγιας αντιμισθίας. Η συνδρομή των περιπτώσεων β’, γ’ και δ’ αποδεικνύεται με υπεύθυνη δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου. Σε κάθε άλλη περίπτωση που ο δικηγόρος συνδέεται με τον εντολέα του με σύμβαση πάγιας αντιμισθίας, η οποία έχει γνωστοποιηθεί στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο, η υποχρέωση προκαταβολής της παραγράφου 1 βαρύνει τον διάδικο, για την καταβολή όμως του ποσού ευθύνεται εις ολόκληρον και ο δικηγόρος.»
γ) Η παράγραφος 4 του άρθρου 61 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Ο δικηγόρος για την κατάθεση κάθε είδους ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων, καθώς και για την παράστασή του κατά τη συζήτηση των ανωτέρων ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων ενώπιον των δικαστηρίων και δικαστών οφείλει, στο πλαίσιο της υποχρέωσης προκαταβολής της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, να καταθέτει το σχετικό γραμμάτιο καταβολής, αλλιώς η αντίστοιχη διαδικαστική πράξη είναι απαράδεκτη. Επίσης, για την παράσταση ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων κάθε βαθμού, των ανακριτών ή ανακριτικών υπαλλήλων ή δικαστικών συμβουλίων, οφείλει να καταθέτει το σχετικό γραμμάτιο καταβολής, αλλιώς η παράστασή του δεν γίνεται δεκτή. Δεν υπάρχει υποχρέωση της προκαταβολής της παραγράφου 1 σε περίπτωση αναβολής ή ματαίωσης της συζήτησης, τυχόν δε καταβληθείσα προκαταβολή αναζητείται από τον δικηγόρο που προέβη σε αυτήν, άλλως αυτή ισχύει για τη νέα συζήτηση.»
9. Το εδάφιο β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 62 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με την ίδια ως άνω απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ρυθμίζονται τα ποσά των εισφορών ανά διαδικαστική πράξη ή
ενέργεια, ο τρόπος συγκέντρωσης των καταβαλλόμενων ποσών από το Δικηγορικό Σύλλογο, τα κριτήρια συμμετοχής των δικηγόρων στους διανεμητικούς λογαριασμούς και η διανομή τους στα μέλη του Δικηγορικού Συλλόγου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία του λογαριασμού.»
10. α) Η παράγραφος 4 του άρθρου 63 αναριθμείται σε 3.
β) Η περίπτωση ζ΄ της υποπαραγράφου i της παραγράφου 1 του άρθρου 63 αντικαθίσταται ως εξής:
«ζ) 0,1% όταν η αξία του αντικειμένου της αγωγής ανέρχεται από το ποσό των 12.000.001 ευρώ μέχρι 25.000.000 ευρώ».
11. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 98, αντικαθίσταται ως εξής:
«Σε περίπτωση που δεν εκδίδονται τοπικές εφημερίδες η σύγκληση είναι έγκυρη, εφόσον η πρόσκληση γνωστοποιηθεί στα μέλη τους.»
12. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 157 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο δικηγόρος στον οποίο επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή, πλην της σύστασης ή της επίπληξης, έχει δικαίωμα να ασκήσει έφεση σε προθεσμία ενός μηνός από την επίδοση της απόφασης.»
13. α) Η παράγραφος 6 του άρθρου 165 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Οι επόμενες αρχαιρεσίες στους Δικηγορικούς Συλλόγους θα διεξαχθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα.»
β) Στην παράγραφο 7 του άρθρου 165 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Για τις αρχαιρεσίες αυτές, η προθεσμία των άρθρων 103 παρ. 1 και 3, 109 παρ. 1β και 2 και 110 παρ.1 λήγει την 31η Ιανουαρίου 2014, η δε ημερομηνία του άρθρου 112 παρ. 1 είναι η 1η Φεβρουάριου 2014.»
γ) Η παράγραφος 10 του άρθρου 165 αντικαθίσταται ως εξής:
«10. Οι πειθαρχικές υποθέσεις που εκκρεμούν σε πρώτο βαθμό, από 1.1.2014 εισάγονται στα νέα πειθαρχικά συμβούλια και εκδικάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα, εφαρμοζομένης σε κάθε περίπτωση της διάταξης της παραγράφου 7 του άρθρου 139 του παρόντος Κώδικα.»
δ) Στο άρθρο 165 προστίθεται παράγραφος 11 ως εξής:
«11. Η ισχύς της παραγράφου 4 του άρθρου 61 του παρόντος Κώδικα άρχεται από 1.11.2013.»
Επιπλέον, με την παράγραφο 14 του άρθρου 7 του ως άνω νόμου αντικαθίστανται τα Παραρτήματα Ι (Πίνακας Αμοιβών Δικηγόρων για Παράσταση σε Δικαστήρια) και ΙΙΙ (Πίνακας Παγίων Εισφορών Άρθρου 61 Παρ. 2) του νέου Κώδικα Δικηγόρων.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην αντικατάσταση των διατάξεων του άρθρου 61 παρ. 1, 3 και 4 του νέου Κώδικα Δικηγόρων, που αφορούν στην έκδοση γραμματίων προκαταβολής εισφορών.
Ειδικότερα:
α) με το άρθρο 61 παρ. 1 ορίζεται ρητά ότι υποχρέωση έκδοσης γραμματίου προκαταβολής εισφορών υφίσταται μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπονται ρητά στο τροποποιημένο με τον ως άνω νόμο Παράρτημα ΙΙΙ. Συνεπώς, δεν συντρέχει σχετική υποχρέωση π.χ. σε περιπτώσεις απλών αιτήσεων προς το Δικαστήριο για τον προσδιορισμό δικασίμου, τη λήψη αντιγράφων, κ.ο.κ.
β) δυνάμει του άρθρου 61 παρ. 4, δεν υφίσταται υποχρέωση προκαταβολής εισφορών σε περίπτωση αναβολής ή ματαίωσης της συζήτησης. Τυχόν καταβληθείσα προκαταβολή είτε ανακαλείται είτε ισχύει για τη (νέα) συζήτηση.
γ) Δεν υφίσταται απαράδεκτο για όσα ένδικα βοηθήματα ή ένδικα μέσα, κ.λπ., κατατέθηκαν μέχρι 31/10/2013, καθώς, όπως προκύπτει από την προσθήκη του άρθρου 165 παρ. 11 του άρθρου 165, η ισχύς του άρθρου 61 παρ. 4 αρχίζει από 1η Νοεμβρίου 2013.